Του δρα Ιάκωβου Αριστείδου

Έχω αναφερθεί κι άλλοτε στη σημασία της ανάπτυξης των ορεινών περιοχών. Η Κύπρος είναι τόσο μικρή, που θα πρέπει να αξιοποιεί κάθε γωνιά της. Η τάση αστυφιλίας/εξαστισμού δεν είναι καθόλου καλή συνταγή για τον Τόπο.

Εξάλλου, οι διάφορες δραστηριότητες των μικρών περιοχών πάσχουν από έλλειψη κλίμακας για να είναι αποδοτικές. Έτσι η αξιοποίησή τους θα πρέπει να είναι συλλογική και να εντάσσεται στους ευρύτερους μηχανισμούς της οικονομίας.

Είναι γι’ αυτό που χαιρέτισα την πρωτοβουλία του Προέδρου της Δημοκρατίας «για αναγέννηση της ορεινής Κύπρου». Παρόμοια πρωτοβουλία αναλάβαμε αμέσως μετά την εισβολή. Όταν κλιμάκιο της Διεθνούς Τράπεζας επισκέφτηκε την Κύπρο, το πρώτο νέο σχέδιο που χρηματοδότησαν ήταν το Σχέδιο Ενιαίας Αγροτικής Ανάπτυξης Πιτσιλιάς. Πέραν της αστυφιλίας, που παρατηρείτο προς Λευκωσία και Λεμεσό, είχαμε τότε και τον ξεριζωμό του 33% των Ε/Κυπρίων από τις εστίες και τις περιουσίες τους.

Στο Γραφείο Προγραμματισμού καθορίσαμε τα πλαίσια του Σχεδίου σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Τράπεζας. Στείλαμε ένα περίγραμμά του και ζητήσαμε προτάσεις από τα ενδιαφερόμενα υπουργεία, που υπέβαλαν συγκεκριμένα έργα/προγράμματα. Με βάση το εγκριθέν Σχέδιο βελτιώθηκε σημαντικά το οδικό δίκτυο, κατασκευάστηκαν δεξαμενές για την αποθήκευση νερού της βροχής για άρδευση, έγιναν γεωτρήσεις για επισήμανση και άντληση υπόγειων νερών, δημιουργήθηκαν περιφερειακά κέντρα υγείας και περιφερειακά σχολεία και εισήχθησαν και εφαρμόστηκαν διάφορα σχέδια ενίσχυσης της ευρύτερης γεωργικής δραστηριότητας περιλαμβανομένης και της μεταποίησης γεωργικών προϊόντων.

Για ενδυνάμωση της αναπτυξιακής δυναμικής που δημιουργήθηκε, δεν χάναμε ευκαιρία για προώθηση κι άλλων έργων (Ξενοδοχείο «Ρόδον» και ΚΑΠΗ στον Αγρό, Περιφερειακός Δρόμος Πιτσιλιάς για διασύνδεσή της με το Τρόοδος, βελτίωση και αξιοποίηση των παλιών εκκλησιών της περιοχής χάριν των επισκεπτών, πλείστες από τις οποίες μπήκαν τελικά στον κατάλογο της Ουνέσκο για αρχαία μνημεία, επέκταση του σχεδίου αποκομιδής/απόρριψης σκυβάλων στη βάση συμπλεγμάτων χωριών, ενθάρρυνση και ενίσχυση των διαφόρων συνεργατικών εταιρειών, δημιουργία περιφερειακών εταιριών λεωφορείων κ.ά.).

Με άλλο ειδικό δάνειο από τη ΔΤ για δευτερεύουσας σημασίας δρόμους έγινε κατορθωτή η ουσιαστική βελτίωση των γεωμετρικών χαρακτηριστικών των δρόμων και η συντόμευση, όπου ήταν δυνατόν, της απόστασης προς Φαρμακά, Παλαιχώρι-Αγρό, Άλωνα/Πολύστυπο, Λαγουδερά, Βυζακιά-Καννάβια, Μαραθάσα, Κάμπο-Τηλλυριά, για συντομότερη πρόσβαση προς την πρωτεύουσα και σε κέντρα εργασίας, όπως τη νέα Βιομηχανική Περιοχή Εργατών, που τοποθετήθηκε ειδικά εκεί.

Το πείραμα με την Πιτσιλιά μάς ενθάρρυνε να εργαστούμε και για άλλες περιοχές. Δημιουργήσαμε το Σχέδιο Κρασοχωριών Λεμεσού, Σολιάς, Μαραθάσας, Τηλλυριάς και γενικά προσπαθήσαμε να εφαρμόσουμε τις ίδιες αρχές της συντονισμένης ανάπτυξης σε κάθε διαμέρισμα της Νήσου (Λαόνες Πάφου, Ορεινή Λάρνακας, περιοχή Σταυροβουνίου κ.λπ.). Είναι με ικανοποίηση που παρακολουθούμε την Ευρωπαική Ένωση να ακολουθεί την ίδια φιλοσοφία προωθώντας σχέδια περιφερειακής ανάπτυξης.

Γιατί δεν ολοκληρώθηκαν τα έργα από τότε; Γιατί χρειάστηκε να ’ρθει ένας Πρόεδρος με ιδιαίτερους δεσμούς με το Τρόοδος για να ξαναεγείρει το θέμα; Επειδή το φαινόμενο της καθυστέρησης έναρξης και μη ολοκλήρωσης έργων επαναλαμβάνεται συνεχώς, μια σύντομη ανασκόπηση της κατάστασης από προσωπική εμπειρία ίσως βοηθήσει να βγουν κάποια συμπεράσματα για το μέλλον.

Πριν πενήντα χρόνια θέσαμε το θέμα του ΓεΣΥ γιατί το βρήκαμε ως το καλύτερο στην Ευρώπη. Το 1973 το Υπουργικό Συμβούλιο διόρισε ειδική επιτροπή για την προώθησή του. Παρά την προεργασία που έγινε, χρειάστηκαν πολλές δεκαετίες μέχρι να εισαχθεί το 2019. Όλες οι Χώρες της ΕΕ το υιοθέτησαν ήδη. Για να γίνει το Πανεπιστήμιο Κύπρου χρεάστηκαν πάλι μερικές δεκαετίες από τότε που εγείραμε το θέμα επίσημα. Την ίδια εποχή εγείραμε θέμα ανέγερσης σύγχρονου Μουσείου και Κρατικής Βιβλιοθήκης. Για το πρώτο δημιουργήσαμε μάλιστα Ειδικό Ταμείο για συνεισφορές. Να μην αναφερθώ και πάλι στα Κυβερνητικά Κτήρια, που η σχεδίασή τους ξεκίνησε πολύ πριν την εισβολή.

Η προστασία του περιβάλλοντος (ανθρωποποίητου και φυσικού) τέθηκε από τη δεκαετία του 1960. Από πολύ νωρίς ενδιαφερθήκαμε για τη δημιουργία αποχετευτικών συστημάτων σε όλες τις πόλεις και άλλες περιοχές. Φροντίσαμε τα σκύβαλα, αντί να καίγονται και να μολύνουν την ατμόσφαιρα, να θάβονται με το σύστημα υγιεινής ταφής. Δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν μπορούμε να υπερηφανευόμαστε για τον χειρισμό των θεμάτων αυτών.

Τι να πει κανένας για τα παραλιακά μέτωπα, που από τη δεκαετία του 1970 φροντίσαμε να αναπτύξουμε/εξωραΐσουμε (σχέδια Άγγελου Δημητρίου για Λάρνακα/Λεμεσό/Πρωταρά-κατασκευή παράλληλων κυματοθραυστών παντού); Ενώ ακόμη ο ήλιος και η θάλασσα αποτελούν τον μόνο (κακώς) πόλο έλξης ξένων τουριστών, καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες κακής διαχείρισης των φυσικών αυτών δώρων.

Ιδιαίτερα απογοητευτική είναι η κατάσταση με το θείο δώρο, τον Ακάμα. Όταν μετά την εισβολή ρίξαμε το σύνθημα να μην μείνει σπιθαμή γης ακαλλιέργητη, εγέρθηκε το θέμα της γης του Ακάμα. Περπάτησα την περιοχή και έμεινα κατάπληκτος από την ομορφιά, τη φυτική και ζωική σπάνια ποικιλία του. Με το Πολεοδομικό Συμβούλιο επεξεργαστήκαμε ειδικό σχέδιο διατήρησης και ανάπτυξης του Ακάμα από τότε. Δυστυχώς μέχρι σήμερα πολύ λίγα πράγματα έγιναν, με αποτέλεσμα να έχουμε συχνά παράπονα των κατοίκων για μη ανάπτυξη της περιοχής, φαινόμενα διάβρωσης παραλιών και καταστροφής της σπάνιας χλωρίδας και πανίδας της.

Δυστυχώς, είναι πάρα πολλές οι περιπτώσεις όπου δεν καταφέραμε να ολοκληρώσουμε κάτι καλό που αρχίσαμε πριν πολλά-πολλά χρόνια. Γι’ αυτό επιμένω στην ανάγκη δημιουργίας Υφυπουργείου Ανάπτυξης.

*Πρώην Υπουργός, πρώην Γενικός Διευθυντής Γραφείου Προγραμματισμού