Του Γιώργου Κουκούνη*
“Προϋποθέτει διαγωγή ασυμβίβαστη προς το επάγγελμα κατά την άσκηση του”
Οι κτηματομεσίτες, όπως και άλλοι επαγγελματίες, το επάγγελμα των οποίων ρυθμίζεται με νόμο, κατά την άσκηση του επαγγέλματος τους οφείλουν να επιδεικνύουν διαγωγή η οποία να μην είναι ασυμβίβαστη προς το επάγγελμα, αλλιώς διαπράττουν πειθαρχικό παράπτωμα και δυνατό να διωχθούν από το Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών. Το Συμβούλιο, κατά την εξέταση καταγγελίας ή όταν υποπέσει στην αντίληψη του με οποιοδήποτε τρόπο ότι εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης δυνατό να έχει διαπράξει οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα από τα αναφερόμενα στο νόμο, μεριμνά αμέσως όπως διεξαχθεί έρευνα.
Όταν από την έρευνα αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, ο επηρεαζόμενος κτηματομεσίτης πληροφορείται γραπτώς για την εναντίον του υπόθεση και του παρέχεται η ευκαιρία να ακουστεί είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω δικηγόρου. Η ακρόαση της υπόθεσης διεξάγεται κατ’ αναλογία των ισχυόντων στη Δημόσια Υπηρεσία και το Συμβούλιο με την απόφαση του μπορεί είτε να βρει τον ενδιαφερόμενο κτηματομεσίτη ένοχο όλων ή οποιωνδήποτε από τα πειθαρχικά παραπτώματα για τα οποία κατηγορείται και να του επιβάλει οποιαδήποτε από τις πειθαρχικές κυρώσεις την οποία θα δικαιολογούσαν οι περιστάσεις της υπόθεσης ή να τον απαλλάξει από την κατηγορία.
Το άρθρο 28(1) του περί Κτηματομεσιτών Νόμου του 2010 αναφέρεται στα πειθαρχικά παραπτώματα κτηματομεσίτη και προνοεί ότι εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα και υπόκειται σε πειθαρχική δίωξη ενώπιον του Συμβουλίου αν – (α) διαπράξει οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα, ή (β) έχει επιτύχει την εγγραφή του στο Μητρώο Κτηματομεσιτών ή έχει εξασφαλίσει ετήσια άδεια με τη χρήση ψευδών ή δόλιων παραστάσεων ή δηλώσεων, ή (γ) έχει ενεργήσει ή παραλείψει οτιδήποτε με τρόπο που ισοδυναμεί με παράβαση οποιουδήποτε από τα καθήκοντα ή τις υποχρεώσεις κτηματομεσίτη, ή (δ) κατά την άσκηση του επαγγέλματος του επιδεικνύει διαγωγή ανέντιμη ή επονείδιστη ή οποιαδήποτε άλλη διαγωγή ή συμπεριφορά ανάρμοστη ή ασυμβίβαστη με το επάγγελμα του ή υποβιβάζει το κύρος και την υπόληψη του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη, ή (ε) υποβοηθεί ή υποθάλπει εικονική διενέργεια κτηματομεσιτικής εργασίας. (2) Ο όρος “καθήκοντα και υποχρεώσεις κτηματομεσίτη” περιλαμβάνει κάθε καθήκον ή υποχρέωση που επιβάλλεται σε κτηματομεσίτη δυνάμει του νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων κανονισμών.
Μια τέτοια απόφαση του Συμβουλίου μπορεί να προσβληθεί ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, το οποίο ελέγχει τη νομιμότητα της. Ο Δικαστής κ. Γ. Σεραφείμ στην απόφαση του ημερ.8.6.2021 εξέτασε την προσφυγή αιτήτριας, η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο δραστηριοποιείτο ως βοηθός κτηματομεσίτρια σε εγγεγραμμένο και αδειούχο κτηματομεσίτη. Το Συμβούλιο αποφάσισε την έναρξη πειθαρχικής έρευνας εναντίον της για συγκεκριμένες αναρτήσεις που προέβη στον προσωπικό λογαριασμό της στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης Facebook. Προς τούτο διόρισε ερευνώντα λειτουργό που ετοίμασε σχετική έκθεση και την υπέβαλε στο Συμβούλιο, το οποίο έκρινε ότι ενδέχεται να υπέπεσε σε πειθαρχικό παράπτωμα και την κάλεσε να ακουστεί και ότι σε περίπτωση που κριθεί ένοχη, θα της επέβαλλε μία από τις προβλεπόμενες ποινές. Τελικά το Συμβούλιο, μετά που άκουσε την αιτήτρια, της επέβαλε χρηματική ποινή.
Η αιτήτρια προσέφυγε στο Διοικητικό Δικαστήριο αιτούμενη την ακύρωση της απόφασης του Συμβουλίου και της ποινής που της επέβαλε, εγείροντας διάφορα ζητήματα, ιδιαίτερα ότι η αναδημοσίευση ενός άρθρου σε προσωπικό λογαριασμό της δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι έγινε κατά την άσκηση του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη. Το Διοικητικό Δικαστήριο εστίασε την προσοχή του στο ζήτημα κατά πόσο η συγκεκριμένη ενέργεια της αιτήτριας εμπίπτει στα πλαίσια της άσκησης του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη και προς τούτο παρέπεμψε σε ανάλογη απόφαση της Δικαστού κας Α. Ευσταθίου στην υπόθεση 1619/2017, ημερ.31.7.2020. Εκεί το Δικαστήριο δεν συμφώνησε με την εισήγηση του Συμβουλίου ότι η ερμηνεία “κατά την άσκηση του επαγγέλματος” είναι ευρεία και έτσι πρέπει να ερμηνεύεται ή ότι η φράση “υποβιβάζει το κύρος και την υπόληψη του κτηματομεσίτη”, είναι εντελώς ξεχωριστή φράση και δεν χρειάζεται να γίνει κατά την άσκηση του επαγγέλματος.
Στην υπό κρίση υπόθεση, το Δικαστήριο υιοθέτησε τα νομολογηθέντα και αποφάσισε ότι το άρθρο 28(1)(δ) του Νόμου προϋποθέτει και απαιτεί όπως η όποια κατ’ ισχυρισμό μεμπτή διαγωγή κτηματομεσίτη (ή κατ’ αναλογία βοηθού κτηματομεσίτη ως το Συμβούλιο ορθώς ή λανθασμένα ισχυρίζεται) οφείλει να έχει επιδειχθεί κατά την άσκηση του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη. Έκρινε ότι τα επίμαχα δημοσιεύματα της αιτήτριας δεν έλαβαν χώρα κατά την άσκηση του επαγγέλματος του βοηθού κτηματομεσίτη και συνεπώς πεπλανημένα έτυχε εφαρμογής η συγκεκριμένη νομοθετική διάταξη και ακύρωσε την απόφαση του Συμβουλίου.
*Δικηγόρου στη Λάρνακα