Του Γιώργου Κουκούνη*  

“Αποξένωση περιουσίας προς καταδολίευση πιστωτή μπορεί να ακυρωθεί”

Ενέργειες για αποξένωση κινητής ή ακίνητης περιουσίας που γίνονται από οφειλέτη χρέους και έχουν σκοπό την καταδολίευση πιστωτή, χαρακτηρίζονται ως δόλιες πράξεις και σαν τέτοιες είναι δυνατό να ακυρωθούν με διάταγμα του δικαστηρίου. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη εξ αποφάσεως χρέους καθώς και η ύπαρξη πράξεων καταδολίευσης του εξ αποφάσεως πιστωτή, ανεξάρτητα εάν έγιναν πριν ή μετά την καταχώρηση της αγωγής βάση της οποίας εκδόθηκε η απόφαση, την εκτέλεση της οποίας επιδιώκει ο πιστωτής. 

Πράξεις καταδολίευσης του εξ αποφάσεως πιστωτή θεωρούνται μεταξύ άλλων η δωρεά, μεταβίβαση, επιβάρυνση ή αποξένωση προς όφελος τρίτου, οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του εξ αποφάσεως οφειλέτη, εφόσον αυτές γίνονται με σκοπό την παρεμπόδιση ή καθυστέρηση ικανοποίησης του εξ αποφάσεως χρέους του οφειλέτη.  Η πρόθεση του οφειλέτη χρέους αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα που θα κρίνει κατά πόσο η μεταβίβαση ή η διάθεση θα θεωρηθεί ότι είναι δόλια. Σύμφωνα με το νόμο τεκμαίρονται μέχρις απόδειξης του αντιθέτου, ότι δωρεά, μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσίας έγιναν με σκοπό την καταδολίευση του εξ αποφάσεως πιστωτή. Το βάρος απόδειξης σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πάνω στον οφειλέτη χρέους ότι η μεταβίβαση ή η διάθεση έγινε με καλή πίστη και έναντι λογικού ανταλλάγματος. Το ίδιο βάρος απόδειξης έχει και το πρόσωπο που αποκτά την περιουσία ότι ενήργησε με καλή πίστη έναντι λογικού ανταλλάγματος και ότι δεν γνώριζε τις προθέσεις και ενέργειες του οφειλέτη χρέους.

Οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις αποβλέπουν στο να διασφαλίσουν την περιουσία του εξ αποφάσεως οφειλέτη, ώστε να παραμείνει διαθέσιμη για την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης και την ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση που εξέδωσε στην Π.Ε. 214/2012, ημερ.28.9.2018, αναφέρει ότι σύμφωνα με το άρθρο 91Γ του Κεφ.6, ένα δικαστήριο έχει τη δυνατότητα ακύρωσης καταδολιευτικής μεταβίβασης και δύναται να διατάξει την ακύρωση της εγγραφής και την επανεγγραφή στο όνομα του οφειλέτη, με ταυτόχρονη εγγραφή του εξ αποφάσεως χρέους ως επιβάρυνση επί του περιουσιακού στοιχείου. Παρόμοιες πρόνοιες, προσθέτει, υπάρχουν στο Κεφ.62, το άρθρο 3(1) του οποίου προνοεί ότι κάθε δωρεά, πώληση κλπ, με πρόθεση την παρεμπόδιση ή καθυστέρηση των πιστωτών θα θεωρείται ως δόλια, κατά τεκμήριο, δηλαδή, με το βάρος απόδειξης της καλής πίστης της μεταβίβασης ή εκχώρησης να φέρει ο δικαιοπάροχος ή εκχωρητής, καθώς και το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση ή εκχώρηση. Η πρόθεση συνάγεται από τα γεγονότα και μόνο. Περαιτέρω και τα άρθρα 46(1) και 47(1) του περί Πτωχεύσεως Νόμου, Κεφ.5, προνοούν ότι οποιαδήποτε διάθεση περιουσίας που δεν γίνεται λόγω γάμου ή προς όφελος αγοραστή καλή τη πίστει και με νόμιμη αντιπαροχή, θα είναι άκυρη έναντι του Επιτρόπου Πτωχεύσεως αν η διάθεση έγινε μέσα σε δύο χρόνια από την κήρυξη του διαθέτη σε πτώχευση ή αν ο διαθέτης σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα μετά τη διάθεση και εντός περιόδου δέκα ετών κηρύχθηκε σε πτώχευση. 

Η μόνη υπεράσπιση που μπορεί να προβληθεί σε αυτές τις περιπτώσεις από το κατηγορούμενο πρόσωπο είναι να αποδείξει ότι η εν λόγω πράξη έγινε προς συγγενικό πρόσωπο ή προς αγοραστή με καλή πίστη και χωρίς πρόθεση να παρεμποδίσει ή καθυστερήσει τον πιστωτή στην είσπραξη του οφειλόμενου σε αυτόν εξ αποφάσεως χρέους. Ως «συγγενικό πρόσωπο» θεωρείται σύμφωνα με το νόμο ο πατέρας, η μητέρα, ο σύζυγος, το τέκνο, ο εγγονός, ο αδελφός ή η αδελφή και ως «καλή πίστη» θεωρείται (i) σε σχέση με πράξη που γίνεται προς όφελος συγγενικού προσώπου η μεταβίβαση ή η επιβάρυνση που γίνεται έναντι λογικού ανταλλάγματος, περιλαμβανομένης και ανταλλαγής με περιουσία ίσης αξίας, ή μεταβίβαση ή επιβάρυνση που γίνεται με σκοπό τη μόρφωση, ιατρική περίθαλψη ή αποκατάσταση του εν λόγω προσώπου και (ii) σε σχέση με πράξη που γίνεται προς όφελος αγοραστή οποιαδήποτε μεταβίβαση ή επιβάρυνση γίνεται έναντι λογικού ανταλλάγματος.

Το δικαστήριο για να εκδώσει ακυρωτικό διάταγμα θα πρέπει να έχει καταχωρηθεί αίτηση από τον εξ αποφάσεως πιστωτή στα πλαίσια της αγωγής που εκδόθηκε η απόφαση. Το δικαστήριο σε τέτοια περίπτωση δύναται να κηρύξει άκυρη οποιαδήποτε καταδολιευτική μεταβίβαση, επιβάρυνση ή άλλη αποξένωση περιουσιακού στοιχείου η οποία γίνεται από οποιοδήποτε οφειλέτη, λαμβανομένων προσηκόντως υπόψη των συμφερόντων οποιουδήποτε καλόπιστου τρίτου. Ο τρίτος εφόσον ενήργησε καλόπιστα χωρίς να γνωρίζει τις προθέσεις και ενέργειες του οφειλέτη χρέους και πλήρωσε λογικό αντάλλαγμα για την απόκτηση ή επιβάρυνση της περιουσίας δεν θα πρέπει να ανησυχεί. 

*Δικηγόρου στη Λάρνακα