Του Δρ Κυριάκου Χατζηγιάννη*

Είναι με ιδιαίτερη ανησυχία που παρατηρούμε την αύξηση των ενοικίων πάνω σε καθημερινή βάση. Σε όλες τις πόλεις, αλλά και τα γειτνιάζοντα με τις πόλεις χωριά παρουσιάζεται έλλειψη χώρου στέγασης. Η ζήτηση για ενοικίαση κατοικήσιμου χώρου έχει φθάσει στα ύψη και αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στον αυξημένο ρυθμό ανάπτυξης που επικρατεί τα τελευταία δύο χρόνια. Το αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης είναι οι τιμές των ενοικίων να ανέβουν κατακόρυφα. Οι αυξήσεις όμως επηρεάζουν βάναυσα τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα. Το μερίδιο των ενοικίων στα οικογενειακά εισοδήματα είναι καθοριστικό έως κυρίαρχο. Στις περιπτώσεις όπου μόνο ο ένας εκ των δύο εργάζεται, τότε η κατάσταση είναι υπερβολικά προβληματική.

Η έλλειψη χώρου στέγασης έχει προκύψει ως απότοκο της ζήτησης χώρου για στέγαση ξένων φοιτητών ή και εργαζομένων, καθώς και της συγκέντρωσης του πληθυσμού στις πόλεις και στα γύρω των πόλεων χωριά, όπου μπορεί κάποιος να βρει μία θέση εργασίας. Επιπρόσθετα, ο οικοδομικός οργασμός για πώληση οικιστικού χώρου σε αλλοδαπούς συνεχίζεται με αυξημένους ρυθμούς.

Η αύξηση της ζήτησης δυστυχώς έχει προκληθεί και λόγω αλλαγής της στεγαστικής πολιτικής του κράτους μέσα από την οποία διάφορα στεγαστικά προγράμματα έχουν τερματισθεί, όπως για παράδειγμα αυτό του τερματισμού της παραχώρησης προσφυγικών οικοπέδων.

Η αύξηση των ενοικίων στέγασης επιδρά αρνητικά στις οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα και για τα νεαρά ζευγάρια κυρίως δημιουργεί τεράστιες αδικίες και παρενέργειες στην ζωή τους. Όταν ένα νεαρό ζευγάρι πληρώνει τόσο υψηλά ενοίκια, οδηγείται πλέον σε μία κατάσταση όπου θα στερηθεί δυνατοτήτων ομαλής οικογενειακής ανάπτυξης. Ακόμη περισσότερο, στον προσφυγικό κόσμο το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα έντονο. Η κοινωνική αυτή αδικία θα πρέπει να αντιμετωπισθεί άμεσα. Το χαμηλού εισοδήματος κυπριακό νοικοκυριό δέχεται μία τόσο κατάφωρη αδικία και δεν επωφελείται από το υψηλό βαθμό ανάπτυξης του κατασκευαστικού τομέα. Αντιθέτως, οι φορολογίες στην καθημερινή του ζωή είναι σταθερές. Το κράτος είναι αυτό το οποίο καρπούται των υψηλών εισοδημάτων του τομέα. Το αποτέλεσμα της κοινωνικής αδικίας είναι η δημιουργία μίας δεύτερης ομάδας του πληθυσμού, η οποία θα εγκλωβισθεί σε υψηλά ενοίκια και συγκριτικά με τις άλλες ομάδες του πληθυσμού θα οδηγηθεί σε στέρηση άλλων μορφών ανάπτυξης ή σε μη ικανοποίηση των αναγκών του.

Η κατάσταση των προσφυγικών ζευγαριών είναι ιδιαίτερα προβληματική, αφού τα νεαρά ζευγάρια δε διαθέτουν εναλλακτικές μορφές στέγασης. Δε διαθέτουν γη, ενώ ως επί το πλείστον ούτε και οι κατοικίες των γονιών τους έχουν τη δυνατότητα να φιλοξενούν δεύτερο νοικοκυριό κάτω από την ίδια στέγη. Η δυσκολίες στη δανειοδότηση είναι εξίσου σημαντικός παράγοντας ο οποίος επιδεινώνει της αδυναμία στέγασης των προσφυγικών ζευγαριών. Μετατροπές σε υφιστάμενες κατοικίες εντός των συνοικισμών αυτοστέγασης είναι ιδιαίτερα δύσκολες, αφού προσκρούουν σε πολεοδομικούς νόμους. Το αποτέλεσμα είναι το προσφυγικό νέο ζευγάρι να χάνει τη δυνατότητα δημιουργίας δικής του στέγης και, στην περίπτωση που παραμείνει στο ενοίκιο, οδηγείται σε οικονομικό μαρασμό, αφού μια ζωή θα πληρώνει δυσανάλογο με τα εισοδήματα του ενοίκιο. Η επιδότηση ενοικίου για προσφυγικά ζευγάρια είναι ιδιαίτερα χαμηλή (περίπου 140 ευρώ) και δεν ανταποκρίνεται στα δυσανάλογα υψηλά ενοίκια των 700 έως και 1000 ευρώ. Το ασύμφορο που έχει δημιουργηθεί στα προσφυγικά νέα ζευγάρια φαίνεται και μέσα από την πίεση που υπάρχει για απόκτηση ΤΚ κατοικιών μετά τον τερματισμό της προσφυγικής στεγαστικής βοήθειας.

Ποια μπορεί λοιπόν να είναι μια ρεαλιστική πρόταση για αντιμετώπιση του θέματος όπως έχει προκύψει; Η απάντηση είναι απλή. Η αύξηση της προσφοράς στεγαστικού χώρου. Η Κύπρος, έστω και αν έχει απολέσει σημαντική έκταση μετά το ‘74, έστω και εάν έχει πωληθεί σε αλλοδαπούς μεγάλη έκταση γης, έστω και εάν έχει αναπτύξει πολύτιμη γη, θα πρέπει να επιλύσει το στεγαστικό πρόβλημα των πολιτών της. Θα πρέπει το συντομότερο να προχωρήσει στη δημιουργία στεγαστικής πολιτικής μέσα από την αύξηση της προσφοράς. Νέα στεγαστικά προγράμματα θα πρέπει να δημιουργηθούν, όχι όμως στη βάση μείωσης της οικιστικής γης, γιατί αυτό θα φέρει πρόσθετες αυξήσεις. Θα πρέπει να χρησιμοποιήσει το ύψος αντί της επέκτασης επί του εδάφους. Πολυκατοικίες θα πρέπει να οικοδομηθούν σε πολλές τοπικές αρχές για ισόρροπη κατανομή των αναγκών.

*Βουλευτής Αμμοχώστου