Του Κυριάκου Τσιμίλλη
«Η αρχιτεκτονική κληρονομιά απειλείται από ανάρμοστες χρήσεις και τις νέες αναπτύξεις που κάποιες φορές προκαλούν ή υποσκελίζουν με την κλίμακα ή τις μορφές τους τον παραδοσιακό χώρο!»
Το Σχέδιο Περιοχής Λευκωσίας (σημ.: για το ευρύτερο κέντρο της πρωτεύουσας) δημοσιεύτηκε τον Απρίλη 2016. Η εφαρμογή του ήταν, σύμφωνα με τη νομοθεσία, άμεση κι αυτό προδίκαζε την απόρριψη όσων ενστάσεων αμφισβητούσαν τις «αναπτυξιακές» ακρότητες που προωθεί αφού, από την πρώτη στιγμή, δημιουργήθηκαν δικαιώματα και προσδοκίες. Αυτό επιβεβαιώθηκε στην πράξη. Οι βασικές αδυναμίες του, ανάμεσα σε άλλα για την πολυώροφη δόμηση, φάνηκαν με την πρώτη ανάγνωση κι άλλες αργότερα με την εφαρμογή του. Ανεξάρτητα απ' αυτό, στο Σχέδιο καταγράφονται χρήσιμες διαπιστώσεις και βασικές αρχές, περιέχονται όμως και αντιφάσεις και ασάφειες που ουδόλως μπορούν να θεωρηθούν σαν εποικοδομητικές, ιδιαίτερα με την επιλεκτική και επιφανειακή επίκλησή τους. Την ίδια ώρα ανοίγονται παράθυρα…
Δεν μπορεί το Υπουργικό Συμβούλιο με αποφάσεις του να πριμοδοτεί τεμάχια ώστε «ξαφνικά» να αποκτούν πολλαπλασιασμένες πολεοδομικές δυνατότητες. Ούτε είναι δίκαιο ένας επενδυτής να αξιοποιεί πολλά κίνητρα ταυτόχρονα, χωρίς όρια και φειδώ. Αν στην απαλλοτρίωση, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, η Πολιτεία αποζημιώνει τον ιδιοκτήτη για την απώλεια της ιδιοκτησίας του, γιατί ο επωφελούμενος από ευεργετικές αποφάσεις της Πολιτείας να μην πληρώνει για το κέρδος του που προκύπτει συχνά σε βάρος δημόσιων πόρων;
Μια πρόσφατη πολεοδομική πρόκληση στον Δήμο Λευκωσίας αποτέλεσε ευκαιρία για προβληματισμό για τη συνολική διαδικασία που ακολουθείται στην αναπτυξιακή διαδικασία των αστικών περιοχών. Πώς φτιάχνονται τα τοπικά σχέδια και τα σχέδια περιοχής, ποιων οι ανάγκες και τα συμφέροντα λαμβάνονται υπόψη, πόσο συμμετέχουν οι πολίτες στη διαδικασία, πώς μπορούν να διατυπώσουν έγκαιρα απόψεις για όσα αφορούν τη διαβίωσή τους στην πόλη και, όποτε αυτό ισχύει, πόσο λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις αυτές. Υπάρχουν ακόμα ερωτήματα για εκείνες τις «μικρές» αλλαγές της τελευταίας στιγμής που διεισδύουν στα κείμενα και συχνά αλλοιώνουν βασικά συστατικά περνώντας απαρατήρητες – όταν τις ανακαλύπτεις είναι ίσως αργά. Πάλι καλά που τα νομοθετήματα, με τα ανοιχτά και μισάνοιχτα παραθύρια τους, είναι για να αναθεωρούνται, να βελτιώνονται και να αποσαφηνίζονται, αν η πράξη το καθιστά αναγκαίο είτε όταν δεν ικανοποιούν πραγματικές κοινωνικές ανάγκες είτε όταν δημιουργούν προβλήματα που δεν είχαν προβλεφθεί. Το Σχέδιο Περιοχής δεν είναι ευαγγέλιο, είναι απλώς κι αυτό ένα νομοθέτημα!
Είναι δυνατόν ασύμβατες «αναπτύξεις» να επιτρέπονται μέσα σε Περιοχές Ειδικού Χαρακτήρα (ΠΕΧ); Πώς μπορούν να επιτραπούν πολυώροφα κτήρια όταν είναι εκτός χώρου και κλίμακας; Οι αναφορές τόσο του Σχεδίου Περιοχής όσο και του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας προστατεύουν και αναδεικνύουν τις ΠΕΧ. Τουλάχιστον επί χάρτου. Κάποιες απ' αυτές είναι περιεκτικές κι ενδιαφέρουσες, φαίνεται όμως να μην είναι πάντα… κατανοητές σ' αυτούς που καλούνται να τις εφαρμόσουν! Για τις περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές υπογραμμίζεται η ανάγκη «… αυστηρού αισθητικού ελέγχου…» και πως «οι οικοδομές πρέπει να εντάσσονται ορθά σ' αυτές όσον αφορά τη χωροθέτηση, τη μορφολογία, την κλίμακα και τον όγκο». Ακόμα «… οι νέες αναπτύξεις να εντάσσονται στον υφιστάμενο πολεοδομικό ιστό και το δομημένο περιβάλλον κατά τρόπο που να προωθείται η ενότητα του χώρου και του χαρακτήρα της περιοχής…» και «η Πολεοδομική Αρχή είναι δυνατό να μην επιτρέπει οικοδομές που δεν ακολουθούν την κλίμακα του χώρου» και «να μην επιτρέπει την ανέγερση νέων οικοδομών που δεν προσαρμόζονται στον χώρο και τα ιδιαίτερά του χαρακτηριστικά…».
Σε σχέση με την Πολιτική Διατήρησης στο Σχέδιο Περιοχής επισημαίνεται, ανάμεσα σε άλλα, πως «Η διατήρηση της αστικής κληρονομιάς της Λευκωσίας ως συνολικό σύστημα μνημείων, κτηρίων, χώρων και πολεοδομικού ιστού, έχει καταστεί αντικείμενο πολιτικής δέσμευσης τόσο από τις αρμόδιες Αρχές του κράτους όσο και από τον Δήμο Λευκωσίας. Ακόμα και στη βάση αυτής της πολιτικής, η αρχιτεκτονική κληρονομιά εξακολουθεί να απειλείται από ανάρμοστες χρήσεις και τις νέες αναπτύξεις που κάποιες φορές προκαλούν ή υποσκελίζουν με την κλίμακα ή τις μορφές τους τον παραδοσιακό χώρο».
Η διαπίστωση δεν είναι τυχαία! Υπάρχουν παραδείγματα τέτοιων προκλήσεων. Πώς αλλιώς να χαρακτηρίσουμε την περίπτωση αδειοδότησης ενός πολυώροφου τσιμεντένιου όγκου, μοναδικού στο είδος του στην περιοχή, σε άμεση γειτνίαση με αξιόλογη διατηρητέα οικοδομή (για την αποκατάστασή της οι φορολογούμενοι πληρώσαμε μια σημαντική δαπάνη), εν μέσω δεκάδων άλλων διατηρητέων αλλά και νέων οικοδομών που κτίστηκαν με αυστηρά κριτήρια και περιορισμούς; Tι θα μείνει τελικά στην περιοχή από τον ειδικό της χαρακτήρα;